Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2009


ΧΙΛΗ


Όλοι έχουν τα προβλήματά τους
Απέραντοι αμπελώνες ,διεθνείς και δημοφιλείς ποικιλίες ,
μεγάλες επενδύσεις συνθέτουν μια οινοποιητική δύναμη την οποία τρέμουν όλοι.
Κι όμως ,και η Χιλή έχει τα προβλήματά της

Μπορεί σε αρκετούς να είναι άγνωστο, η Χιλή όμως έχει μεγάλη αμπελοοινική ιστορία και κουλτούρα. Τα πρώτα πρέμνα vitis vinifera ήρθαν στη Χιλή το l6ο αιώνα, αλλά οι μεγάλες επιρροές έφτασαν από την πλευρά των Γάλλων τον 19ο αιώνα. Δεν είναι τυχαίο πως αυτή τη στιγμή η Χιλή έχει στηριχθεί αποκλειστικά σε γαλλικές ποι­κιλίες και κυρίως στις μπορντολέζικες, δηλα­δή το μερλό, το καμπερνέ σοβινιόν και το σοβινιόν μπλαν. Για πολλά χρόνια ολόκληρη η βιομηχανία είχε οργανωθεί πάνω σε περί­που δέκα οικογένειες-δυναστείες, που αντι­προσώπευαν το 95%ο της παραγωγής, οι χωρι­κές οινοποιήσεις ποτέ δεν ήταν σημαντικό στοιχείο και η ενασχόληση με το κρασί «ήταν για τους αριστοκράτες». Τα τοπικά κρασιά είχαν καλή εικόνα προς τα έξω. Για παρά­δειγμα, Γάλλοι παραγωγοί στις αρχές του αιώ­να έλεγαν πως πρέπει να δοκιμάσει κάποιος το καμπερνέ της Χιλής αν θέλει να δει τα πραγματικά αρώματα του αυτόριζου, προ­ φυλλοξήρας καμπερνέ -μια και η Χιλή ποτέ δε γνώρισε φυλλοξήρα, σε αντίθεση με ολό­κληρη σχεδόν την Ευρώπη.
Για πολλές δεκαετίες του 20ου αιώνα η Χιλή έδειχνε μικρό ενδιαφέρον στις εξαγω­γές και το κρασί καταναλωνόταν ως χύμα από τους κατοίκους της χώρας. Στα χρόνια του Ι7ινοσέτ οι εξαγωγές ήταν δύσκολες, λόγω της εικόνας που είχε ο δικτάτορας στο διεθνέςς προσκήνιο. Μετά την πτώση όμως του εξαγωγικό κλίμα άλλαξε. Από την άλλη πλευρά το χύμα κρασί δεν είχε σημαντικό περιθώριο κέρδους και η εναλλακτική λύ'ση το ποιοτικό εμφιαλωμένο ήταν έξω από την οικονομική δυνατότητα του 97% του πληθυσμού της χώρας, μια και η φτώχια ήταν και είναι μεγάλο πρόβλημα. Επίσης, ο χιλια­νός λαός σταμάτησε σταδιακά να πίνει κρα­σί και η ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση έπεσε από τα 50 λίτρα το 1950 στα 18 λίτρα το 2000.Ετσι, οι εξαγωγές έγιναν αναγκαιό­τητα.

Το μεγάλο πλεονέκτημα

Το μεγάλο ατού τον χιλιανού κρασιού ήταν πως, αν και πολύ ακριβό για τους ντόπιους, σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν πολύ φθηνό. Οι διαθέσιμες για αμπελοκαλλιέργεια εκτάσεις της Χιλής ήταν τεράστιες και φθηνές, μια και , δεν υπήρχε έντονη ζήτηση από άλλο κλάδο. Επίσης, οι οινικές δυναστείες είχαν πλήρως αποσβέσει τις επενδύσεις τους σε αγορά γης ' πριν από αρκετές δεκαετίες. Οι εξαγωγές δεν , είχαν αρχικά την πορεία που ήλπιζαν οι οινο­παραγωγοί, κυρίως γιατί υπήρχε αρνητικό κλίμα προς τα πρόίόντα της χώρας σε σημα­ντικές αγορές. Οι κύριες ενστάσεις στην Αμε­ρική και μερικές ευρωπαϊκές χώρες ήταν πως στη Χιλή υπάρχει έντονο πρόβλημα με την παιδική εργασιακή εκμετάλλευση και πως οι παραγωγοί επιτύγχαναν χαμηλό κόστος πλη­ρώνοντας τους εργάτες ελάχιστα χρήματα , αναγκάζοντάς
τους να ζουν κάτω από το όριο της φτώχιας. Σε σύντομο χρονικό διάστημα οι εταιρείες του χώρου έκαναν σημαντικές προσπάθειες για να εξασφαλίσουν στους εργαζομένους τους ένα καλό βιοτικό επίπεδο αλλά και να κάνουν γνωστές αυτές τους τις ενέργειες σε δημοσιογράφους παγκόσμίου φήμης.
Εξαίρετο τερουάρ
Εκτός από το χαμηλό κόστος, η Χιλή έχει και εξαίρετο terroir. Είναι μια ιδιαίτερη χώρα μήκους 5.000 χιλιομέτρων και μόλις 400 χιλιο­μέτρων πλάτος. Το φυσικό σύνορο στα ανα­τολικά είναι οι Άνδεις, που δίνουν άφθονο νερό, ενώ η δυτική πλευρά βρέχεται από τον Ειρηνικό Ωκεανό. Μεταξύ του νοτιότερου σημείου της, που βρίσκεται μέσα στον Ανταρ­κτικό Κύκλο, και του βορειότερου άκρου που είναι μια από τις πιο ζεστές και ξηρές ερή­μους του κόσμου, υπάρχει ένας αμπελουργι­κός παράδεισος με μοναδική ποικιλία κλιμα­τολογικών συνθηκών. Αν και τα γεωγραφικά μήκη διαφέρουν, οι αμπελουργικές περιοχές της Χιλής κινούνται ως προς το μακρόκλιμα μεταξύ της Νότιας Γαλλίας και της Νέας Ζηλανδίας. Η αμπελουργία εξελίχθηκε σε μεγάλο βαθμό, αφού η κουλτούρα πάντα κρατούσε την καλλιέργεια της αμπέλου κοντά δεμένη με την παραγωγή.

Επενδυτές από το εξωτερικό

Ο συνδυασμός ποιοτικής γης και χαμη­λού κόστους δεν άργησε να τραβήξει επεν­δυτές από το εξωτερικό. Οι εταιρείες ήταν από τις ΗΠΑ (όπως η Kendall-Jackson), από την Ισπανία (Torres), ακόμη και τη Σουηδία. Αλλά η συντριπτική πλειοψηφία ήταν από τη Γαλλία και συγκεκριμένα από το Μπορντό.

Oινικές δυναστείες

Η μεγάλη αύξηση των εξαγωγών δεν ήρθε από τις ξένες επενδύσεις αλλά από τις ντό­πιες οινικές δυναστείες. Συγκεκριμένα, οι δια­μορφωτές της επιτυχίας ήταν οι «τέσσερις μεγάλοι», δηλαδή τα οινοποιεία Santa Carolina, Santa Riτa, Concha γ Toro και Carmen. Τα κρασιά που δημιούργησαν αυτές οι εταιρεί­ες ήταν σε πολύ καλές τιμές αλλά και σε ύφος καθαρά εμπορικό: έντονο χρώμα, υψηλό επί­πεδο καθαρού και ώριμου, σχεδόν γλυκού φρούτου, φρεσκάδα, υψηλό αλκοόλ, μαλακές τανίνες στα ερυθρά, χαμηλές οξύτητες και έντονη, αλλά σπάνια άκομψη, παρουσία βαρε­λιού. Αυτά τα προϊόντα κατάφεραν να φέρουν το 2002 στη χιλιανή οικονομία πολύτιμο συνάλλαγμα πάνω από 700 εκατομμύρια δολά­ρια, που αντιστοιχεί περίπου στο 3°/ο όλων των εξαγωγών της χώρας. Το 2003, η Χιλή εξήγαγε το 55°/ο της οινοπαραγωγής της.
Η επιτυχία των εξαγωγών των χιλιανών κρασιών ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. Η αρχή έγινε σε μηδενική βάση και από τις ΗΠΑ όπου η έλλειψη, αν και προσωρινή, κρασιών κάτω από $10 έδωσε πρόσφορο έδαφος στη Χιλή. Η συνέχεια ήρθε από τη Βρετανία, όπου η Χιλή ανέπτυξε μερίδιο αγοράς 0,39°/ο το 1990 και 5,14% το 2000. Η αύξηση 159,6% έβαλε τη Χιλή στην πρώτη θέση του ρυθμού ανάπτυ­ξης εξαγωγών.
Τα σούπερ μάρκετ της Βρετανίας, της Γερ­μανίας και των ΗΠΑ στάθηκαν μεγάλοι υπο­στηρικτές των χιλιανών κρασιών, κυρίως μέσα από την εμπορία προϊόντων ιδιωτικής ετι­κέτας .

Υπάρχουν και προβλήματα

Σε πολλούς τομείς, τα προβλήματα ήδη έχουν εμφανιστεί για τη Χιλή. Το μερίδιό της στην αγορά της Βρετανίας, μετά από πολλά χρόνια αλματώδους αύξησης ανέβηκε το 2003 μόνο 0,4%, για να φτάσει στο 6°/ο του συνό­λου της λιανικής. Οι ΗΠΑ, η υπ' αριθμόν 1 αγορά για τη Χιλή, είχε πτωτικό δωδεκάμη­νο στο Φεβρουάριο 2004 κατά -8,13°/ο σε σχέ­ση με το Φεβρουάριο 2003. Αν και η αύξηση των συνολικών εξαγωγών σε όγκο, πάλι για το ίδιο δωδεκάμηνο, ήταν στο 5,16~, σημα­ντικοί προορισμοί δείχνουν πτωτικές τάσεις τιμών-όπως η Γερμανία, που είναι στη συνο­λική αξία χιλιανών εισαγωγών στο -22,56%ο. Η Αργενττνή εμφανίζεται στο προσκήνιο με όγκους, ποιότητα και στιλ κρασιών που θα ανταγωνισθούν επάξια τη Χιλή σε όλες τις αγορές του κόσμου.
Οι παραγωγοί έχουν καταλάβει τη σημα­σία της πώλησης ακριβών κρασιών και προ­σπαθούν να το πετύχουν απλά με την κυκλο­φορία μερικών σχεδόν απρόσιτων φιαλών, που αρκετές φορές ξεπερνούν τα 100 ευρώ. Αν και αυτά τα super-premium /icon κρασιά δικαιολογούν τις περισσότερες φορέc την τιμή τους, οι μέσες τιμές FOB/ex-celiar μιας χώρας σπάνια ανεβαίνουν απλά με την κυκλο­φορία κάποιων τέτοιων κρασιών και χωρίς συνειδητή στρατηγική από την πιο χαμηλή μέχρι την υψηλή τιμή.
'Ενα άλλο πρόβλημα είναι ότι η Χιλή δεν έχει δυνατά εμπορικά σήματα. Ο Nick Room, αγοραστής των σούπερ μάρκετ Waitrose της Βρετανίας, λέει πως "ο κόσμος δεν έχει συνδέ­σει τη Χιλή με μια σταθερή εικόνα ."
'Ισως η εικόνα της Χιλής στο εξωτερικό να πάσχει και από έλλειψη πολυπλοκότητας. Η χώρα ήταν τυχερή να διαθέτει μεγάλες εταιρείες με σημαντικούς όγκους. Eνα οινοποιείο στη Χιλή με παραγωγή 15 εκατομ. φιάλες θεωρείται μεσαίου μεγέθους, ενώ μεγά­λες μονάδες χαρακτηρίζονται όσες ξεπερ­νούν τα 25 εκατομμύρια φιάλες. Μπορεί αυτά τα μεγαθήρια, με τις οικονομίες κλίμακας που διέθεταν, να άνοιξαν δρόμους για τα κρασιά της χώρας. Αν και αυτή τη στιγμή υπάρχουν αρκετά οινοποιεία μεσαίου μεγέθους, λείπει η πλούσια και πολύπλοκη πατίνα που χαρί­ζουν τα μικρά, ελιτίστικα οινοποιεία και τα «garage wίnes», όπως έκανε η Αυστραλία και η Καλιφόρνια
Η Χιλή έδειξε σημαντική ωριμότητα στην επέκταση των νέων φυτεύσεων -ίσως μονα­δικό παράδειγμα στις χώρες του Νέου Κόσμου. Μεταξύ του 1995 και του 2000, η συνολική έκταση των αμπελώνων εκτινάχθηκε από τα 521.000 στρέμματα στα 1,03 εκατομμύρια στρέμματα, δηλαδή διπλασιάστηκαν.
Ιδανική για βιολογική καλλιέργεια
Η βιολογική καλλιέργεια μπορεί να δώσει στη Χιλή σημαντικό πλεονέκτημα. Οι συν­θήκες καλλιέργειας είναι εκεί ιδανικές για το συγκεκριμένο σύστημα διαχείρισης και άλλα συναφή, όπως η βιοδυναμική καλλιέργεια. Το 2003, η Χιλή έγινε η υπ' αμιθμόν 1 χώρα ως προς την έκταση, που έχει πιστοποιηθεί Βιολογική από την Ευρωπαϊκή "Ενωση, δηλ. περίπου το 1 °/ο των συνολικών αμπελώνων της χώρας. Η τακτική αυτή δικαιώνεται μια και τα κρασιά που προέρχονται από σταφύλια βιολογικής καλλιέργειας έχουν υπερ-τριπλάσιο ρυθμό αύξησης των εξαγωγών από το σύνολο των χιλιανών οίνων.
'Ενα εργαλείο για το «επόμενο στάδιοh είναι το επιλεγμένο «regional marketing», δηλαδή η προώθηση διαφορετικών περιοχών και στιλ κρασιών που υπάρχουν στη Χιλή. Αυτή η κίνηση θα δώσει στη συνολική εικό­να της χώρας ένα βαθμό πολυπλοκότητας, που είναι αναγκαίος για την αύξηση της μέσης τιμής των εξαγωγών. Αυτό είναι ζωτικής σημα­σίας για τη Χιλή, όπου το μεγαλύτερο ποσο­στό των αμπελώνων καλύπτονται από μια σχετικά περιορισμένη παλέτα ποικιλιών, κυρίως γαλλικών.

Μαθήματα ενότητας


Είναι βασικό γνώρισμα των χωρών του Νέου Κόσμου η δυνατότητα χάραξης κοινής πολιτικής σε όλα τα επίπεδα χωρίς την ανά­γκη κρατικής παρέμβασης. Η χιλιανή οινο­βιομηχανία έδωσε μαθήματα ενότητας πρό­σφατα και συγκεκριμένα στη Βρετανία. Η κυβέρνηση της Χιλής θεώρησε πως ό,τι μπο­ρούσε να γίνει σε αυτή την σημαντικότατη αγορά για προώθηση είχε γίνει και πως η ανο­δική πορεία των χιλιανών κρασιών δεν μπο­ρούσε να ανακοπεί. "Ετσι, το 2000 αποφασί­στηκε το κλείσιμο του οργανισμού προώθη­σης Wines of Chil,e στο Λονδίνο. Οι άνθρω­ποι που έχουν βαθιά γνώση της αγοράς δήλω­σαν αμέσως πως η περίοδος μεγάλου αντα­γωνισμού δεν έχει καν αρχίσει και πως μια τέτοια κίνηοη θα είναι τραγικό λάθος. Κανέ­νας υπεύθυνος δεν τους άκουσε. Μέσα σε. λίγους μήνες η χρησιμότητα ενός τέτοιου φορέα έγινε φανερή.
Η αντίδραση των παραγωγών ήταν άμε­ση. Στην αρχή, υπήρξε η ιδέα να δημιουργη­θούν δύο διαφορετικοί οργανισμοί: ο Chi1e Vid που θα ήταν σχετικός με την προώθηση των μεγάλων οινοποιείων, ενώ το Vinas de Chile θα εξυπηρετούσε τους μεσαίους παρα­γωγούς. Χρειάστηκαν και πάλι ελcίιcιστοι μήνες να καταλάβουν οι παραγωγοί πως αντό το σχήμα δεν είχε την ευελιξία που περίμεναν, έδινε πολλές φορές αντικρουόμενα μηνύμα­τα στην αγορά και χάνονταν σημαντικές οικο­νομίες κλίμακας.
"Ετσι μέσα στο 2003 αναστήθηκε το Wines of Chile και στην κεφαλή τέθηκε ο επιτυχη­μένος και ακριβοπληρωμένος Michael Cox, ο άνθρωπος που δουλεύοντας μαζί με την Yalumba έκανε το όνομα Oxford Landing ένα από τα πιο γνωστά Αυστραλιανά κρασιά στην Ευρώπη
Είναι αυτονόητο πως όλα τα παραπάνω θα ήταν άστοχα και ανούσια χωρίς να υπάρ­χει ποιότητα μέσα στη φιάλη. Οι Χιλιανοί οινοπαραγωγοί έκαναν προσπάθειες σε όλα τα επίπεδα χωρίς να ξεχάσουν την καρδιά του ζητήματος. Τα κρασιά από τη Χιλή εντυ­πωσιάζουν σε κάθε τιμή, αλλά και δε διστά­ζουν να απαιτήσουν τη θέση τους ανάμεσα στην οινική αριστοκρατία. Φιάλες όπως το Montes Folly και το Clos Apalta των Casa Lapostolle είναι σε κάθε λίστα κρασιών που σέβεται τον εαυτό της.
Η χιλιανή οινοπαραγωγή κατάφερε να σημειώσει σημαντική εξαγωγική επιτυχία, βασισμένη σε πολλούς παράγοντες, όπως το στιλ, η ποιότητα και το κόστος των κρασιών της, αλλά και σε συγκυρίες. Αν και οι όγκοι είναι ικανοποιητικοί, η συνολική εικόνα και παρουσία της Χίλης στις κύριες αγορές δεν διασφαλίζουν την ίδια μελλοντική επιτυχία. Μπορεί να έχει αποδειχτεί ότι η Χιλή διαθέτει τις ικανότητες για επίτευξη στρατηγικών στόχων ,μόνο το μέλλον όμως θα αποφασίσει το αν η πορεία της θα συνεχιστεί στους ίδιους ρυθμούς.

Τρίτη 6 Ιανουαρίου 2009

ΑΥΣΤΡΙΑ


Το ποντίκι που βρυχάται



Οινικά η Αυστρία δεν ήταν παρά μια Ελλάδα της κεντρικής Ευρώπης

που κατάφερε χάρη στην εμμονή των παραγωγών της και στην ποιότητα

να γίνει ένας από τους πιο μετρήσιμους παίκτες της διεθνούς οινικής σκηνης.

Η προσπάθεια της Αυστρίας να αναπτύξει τις πωλήσεις των κρασιών της σε εξαγωγικό επίπεδο άρχισε όχι από το μηδέν, αλλά από αρνητικές τιμές. Η οινοπαραγωγή της χώρας ήταν σφιχτά συνδεδεμένη με τη δύσκολη νομοθετική δομή της Γερμανίας και τα μειονεκτήματα της γερμανικής γλώσσας. Η χαμηλών τόνων οινική παρουσία στο ευρωπαϊκό σκηνικό, η κατακερματισμένη παραγωγή σταφυλιών, το δύσκολο ανάγλυφο του εδάφους και το περίφημο σκάνδαλο του 1985, έφεραν την Αυστρία σε χρόνια μειονεκτική θέση. Όμως το αυστηρότατο πρόγραμμα ελέγχου ποιό­τητας, η σωστή επένδυση των κοινοτικών πόρων, οι συντονισμένες κινήσεις των ανθρώ­πων ολόκληρου του οινικού κλάδου, αλλά και της κυβέρνησης, η σύνδεση του αυστρια­κού κρασιού με το υψηλό γόητρο της χώρας σε άλλους τομείς και, πάνω απ' όλα, η εμμο­νή στην ποιότητα, έδωσαν στα κρασιά της Αυστρίας μια δεύτερη ευκαιρία για επίτευ­ξη των εξαγωγικών και μη στόχων.

Αν και η αυστριακή οινική κοινότητα είναι πολύ ανεπτυγμένη και συνεπώς οι κορυ­φαίοι παραγωγοί δεν μπορούν να καλύψουν ούτε την τοπική ζήτηση, οι εξαγωγές θεω­ρούνται ως το Βαρόμετρο της συμπεριφο­ράς και της ανάπτυξης των οίνων της Αυστρίας. Η εσωτερική αγορά θεωρείται κορεσμένη, και μόνο οι αγορές του εξωτερικού μπορούν να δώσουν βελτίωση των όγκων παραγωγής και, πιθανόν, της κερδοφορίας. Έτσι, είναι σημαντική επιτυχία η εξαγωγή 74,6 εκα­τομμυρίων λίτρων κρασιού το 2002 αφού στην περίοδο 1986-87 οι εξαγωγές ήταν σχε­δόν μηδενικές. Η αύξηση σε σχέση με το 2001 ήταν +44,7%. Η συνολική αξία ήταν περίπου στα 60 εκατομμύρια ευρώ για το 2002, δηλαδή +15,8°/ο από το 2001. Η θετι­κή εικόνα ολοκληρώνεται με τα περιοδικά, τους εμπόρους κρασιού και τους οινοχόους σε όλες τις σημαντικές αγορές του κόσμου να θεωρούν τα αυστριακά κρασιά ως ένα απα­ραίτητο συστατικό του σημερινού οινικού γίγνεσθαι.

Η αποδοχή των αυστριακών οίνων, κυρίως στην Ευρώπη, δεν ήταν πάντα τόσο ευνοϊ­κή. Η Αυστρία έχει μεγάλη αμπελοοινική παράδοση - υπάρχουν ενδείξεις τουλάχι­στον από τον 9ο μ.Χ. αιώνα, αλλά δεν ήταν ποτέ συνδεδεμένη με την ποιοτική παρα­γωγή οίνου, όπως είναι η Γαλλία. Από την άλλη, δεν υπήρχαν και αρνητικές εντυπώσεις, όπως π.χ. για την Ελλάδα που συνεχί­ζει τις περισσότερες φορές να είναι συνυ­φασμένη με την κακής ποιότητας ρετσίνα. Η παράδοση της Αυστρίας ήταν σιωπηλή, μια και πριν από τρεις δεκαετίες, ελάχιστοι άνθρωποι από το χώρο του κρασιού γνώρι­ζαν πως αυτή η χώρα παρήγαγε κρασί.

Η Αυστρία ήταν πάντα στενά δεμένη με τη γερμανική κουλτούρα και νομοθεσία. Το γεγονός αυτό έκανε πολύ δύσκολη την ανάπ­τυξη της όποιας ζήτησης των κρασιών στις ποιοτικά σημαντικές αγορές του κόσμου, και συγκεκριμένα στη Βρετανία και Βόρεια Αμερική.

Υπήρχαν δυσανάγνωστες ετικέτες κρασιών με καταιγισμό πληροφοριώv γύρω από την περιοχή παραγωγής του αμπελιο­ύ (Steinmassel, Hochgrassitzberg), κ.λ.π.

Η παραγωγή κρασιού στην Αυστρία, με χαρακτηριστικά το ιδιότυπο ανάγλυφο του εδάφους και την κατακερματισμένη γη, είχε σαν αποτέλεσμα την περιορισμένη­ δυνατότητα εισαγωγής τεχνογνωσίας.Τα ­εδάφη της Αυστρίας είναι τα πιο παλιά και τα πιο εξουθενωμένα της οινικής Ευρώπης. Το κλίμα συνδυάζει στοιχεία του Γερμανικού ψύχους το χειμώνα, του ζεστού καλοκαιριού της κεντρικής Ιταλίάς και ένα φθινόπωρο που είναι σχετικά ψυχρό, αλλά με μειωμένες βροχοπτώσεις .Υπάρχουν ειδι­κές περιπτώσεις, όπως η περιοχή της λίμνης Neusiedlersee. Εκεί το κλίμα ευνοεί το Βοτρύ­τη με έναν ξεχωριστό μηχανισμό. Η λίμνη Neusiedlersee, η μεγαλύτερη της Ευρώπης, έχει περίμετρο περίπου 120 χιλιόμετρα αλλά μέσο Βάθος l,8 μέτρα. 'Ετσι εξατμίζει τον όγκο της επτά φορές το χρόνο και συνεπώς δημιουργεί αυξημένη υγρασία στην περιο­χή και ιδίως την ανατολική ακτή .Σημαντική δυσκολία ήταν το γεγονός πως μεγάλο ποσοστό των Αυστριακών αμπελοκαλ-λιεργητών έχει γη κάτω από πέντε στρέμματα. Οι αμπελώνες ήταν σχεδόν πάντα φυτεμένοι με τοπικές ποικίλιες που δεν καλ­λιεργούνται σε άλλα σημεία της Ευρώπης. 'Ετσι, η ανάπ-τυξη τεχνογνωσίας ήταν δύσκο­λη. Αυτά τα στοιχεία, μαζί με το δεδομένο της έλλειψης πανεπιστημιακών και ερευνη­τικών ιδρυμάτων και οικονομιών κλίμακος έκαναν την όποια έτοιμη γνώση σπάνια .



Το σκάνδαλο του ¨85


Το σημαντικότερο συμβάν στην εξαγω­γική πορεία των Αυστριακών κρασιών ήταν το σκάνδαλο του ]985. Μέχρι τότε, κάποι­οι Αυστριακοί οινοπαραγωγοί χρησιμοποι­ούσαν μικρές ποσότητες διαιθυλικής γλυ­κόλης (diethylene glycol) για να δώσουν στα χαμηλής ποιότητας κρασιά τους όγκο και πυκνότητα στο στόμα. Με τα κατάλληλα πλαστά έγγραφα, τα κρασιά διοχετεύονταν στη γερμανική κυρίως αγορά σε αρκετά ανε­βασμένες τιμές. Το 1985, ένας από αυτούς τους παραγωγούς έκανε το λάθος να παρου­σιάσει τιμολόγιο αγοράς της συγκεκριμένης ουσίας για επιστροφή ΦΠΑ. Οι αρχές ανα­ρωτήθηκαν γι' αυτό, μια και η διαιθυλική γλυκόλη χρησιμοποιείται κυρίως ως αντιψυκτικό και μπορεί σε σχετικά μεγάλες δόσεις να βλάψει τον ανθρώπινο οργανισμό.

Αν και δεν υπάρχει γνωστό περιστατικό καταναλωτή που να δηλητηριάστηκε από αυτή την πρακτική, η αντίδραση των εξα­γωγικών αγορών ήταν άμεση και έντονα αρνητική. Υπήρξαν χώρες, όπως ο Καναδάς, που απαγόρευσαν την εισαγωγή αυστρια­κών κρασιών. Ακόμη και σε χώρες λιγότερο αυστηρές, όπως η Γερμανία, οι πωλήσεις άγγιξαν το μηδέν. Κανείς δε γνωρίζει την έκταση του συγκεκριμένου προβλήματος, αλλά μάλλον οι Αυστριακοί οινοπαραγωγοί, συνολικά, δεν άξιζαν τέτοιο πλήγμα.

Η απόλυτη άρνηση των παγκοσμίων αγο­ρών στα κρασιά της Αυστρίας ήταν η απαρ­χή μιας ολοκληρωτικής ανανέωαης της δομής της οινοβιομηχανίας της χώρας. Όπως λέει Αlois Κrάher, ο κορυφαίος παραγωγός γλυ­κών κρασιών της χώρας, «Το σκάνδαλο του 1985 ήταν η φωτιά που χρειαζόμασταν yια να ξαναγεννηθεί ο Φοίνικας του αυστριακού κρα­σιού».



Η αναγέννηση


Το πρώτο βήμα έγινε από το κράτος και είχε σχέση με την ανασύνταξη του νομικού πλαισίου. Ισως για πρώτη φορά στην Ευρώπη οινική νομοθεσία δημιουργήθηκε με σκο­πό την προστασία του καταναλωτή και όχι την προστασία των παραγωγών ή των νομο­θετών. Σήμερα, οι αυστριακοί νόμοι, αν και χρησιμοποιούν ως γενική βάση τη νομοθε­σία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι ίσως οι πιο αυστηροί στον κόσμο. Για παράδειγμα, η νόμιμη στρεμματική απόδοση όλων των οίνων, εκτός των επιτραπέζιων, κοντά στα 900 κιλά ανά στρέμμα. Το όριο είναι αυστηρότατο και δεν υπάρχουν κρυφές προσαυξήσεις. Αν για κάποιο λόγο η απόδοση ανέβει πάνω από το όριο τότε ολόκληρη η παραγωγή κρα­σιού - και όχι μόνο η επιπλέον, πρέπει να πωληθεί ως επιτραπέζιος οίνος.

Όλοι οι αυστριακοί οίνοι πρέπει να φέρουν μια ασπροκόκκινη ταινία, η οποία είναι η απόδειξη πως το συγκεκριμένο κρασί έχει περάσει δύο αναλύσεις. Η μία είναι χημική ανάλυση σε ανεξάρτητο εργαστήριο, όπου και γίνεται εξονυχιστικός έλεγχος της σύστα­σης. Ο επόμενος έλεγχος είναι μια οργανο­ληπτική εξέταση από ένα ανεξάρτητο, ως προς την περιοχή παραγω-γής, πάνελ οινο­λόγων. Αυτοί οι δύο έλεγχοι Ποιότητας είναι ουσιαστικοί και εξουθενωτικοί και όχι σπο­ραδικοί και χωρίς συνέπεια όπως συμΒαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Το ποσοστό των δειγμάτων που εξετάζονται και «καθαιρού­νται» είναι κοντά στο 5°/ο -υπερδεκαπλάσιο από το αντίστοιχο ποσοστό για όλες τις γαλ­λικές A.O.C. που, κατά μέσο όρο, δεν παράγουνν κρασιά υψηλότερης ποιότητας.

Από την άλλη, οι νόμοι έχουν και μια πρωτοφανή ευκαμψία και επιτρέπουν αλλα­γές ακόμη και σε παραδοσιακά προϊόντα: Το μοναδικό κριτήριο είναι η ποιότητα και πώς αυτή μπορεί να εκφραστεί στο ανταγωνι­στικό περιβάλλον των αγορών. Τα παρα­δείγματα είναι πολλά.

Οι επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ενω­σης (περίπου 50 εκατομμύρια ευρώ για τα πέντε τελευταία χρόνια) και πάνω απ' όλα, ο τρόπος που αυτές διατέθηκαν, βοήθησαν στην αναμόρφωση του οινικού σκηνικού στην Αυστρία. Υπήρξαν κίνητρα στους αμπε­λουργούς για να δημιουργήσουν νέους αμπε­λώνες σε πλαγιές, με μεγαλύτερες πυκνό­τητες φυτεύσεως και με συστήματα ποτί­σματος που στόχευαν στην καλύτερη ωρί­μανση των σταφυλιών και όχι στη μεγαλύ­τερη παραγωγή. Δημιουργήθηκαν τοπικές επιτροπές με μέλη απ' όλο το χώρο του κρα­σιού, δηλαδή και από την παραγωγή και από τα υπόλοιπα επίπεδα του εμπορίου. Αυτές οι επιτροπές έγιναν οι συνδετικοί κρίκοι μεταξύ όλων των επαγγελματιών του κρα­σιού και των εθνικών επιτροπών. Σκοποί αυτών ήταν ο συντονισμός των πωλήσε­ων/εξαγωγών, η αμφίδρομη επικοινωνία πλη­ροφοριών σχετικά με την αγορά αλλά και η προώθηση νέας τεχνολογίας. «Με αυτό τον τρόπο, σύμφωνα με τον Josef Schuller MW της Αυστριακής Ακαδημίας Οίνου, οι μικροί οινοπαραγωγοί, αμπελουργοί, χονδρέμποροι, λιανέμποροι αλλά και οινοχόοι απέκτησαν πρό­σβαση σε στοιχεία και τεχνογνωσία που, μόλις είκοσι χρόνια πριν, ήταν δυσεύρετη ακόμη και στις μεγαλύτερες αυστριακές επιχειρήσεις».

Στόχος να διπλασιαστούν οι εξαγωγές

Ο συντονισμός ολόκληρου του κλάδου δεν άργησε να δώσει αποτελέσματα. Σημα­ντική ήταν η ίδρυση του Austrian Wine Marketing Board (AWMB), με σκοπό την προώθηση των κρασιών της Αυστρίας σε αγορές του εξωτερικού -πάντα σε συνεργα­σία με τους παραγωγούς αλλά και τις τοπι­κές επιτροπές. Οι στόχοι είναι, σε σειρά σημαντικότητας, η Γερμανία, οι ΗΠΑ, ο Κανα­δάς, η Μεγάλη Βρετανία, η Σκανδιναβία, η Ρωσία, η Κεντρική Ευρώπη, η Ασία και τέλος, η Ανατολική και Νότια Ευρώπη. Για το έτος 2003, το Austrian Wine Marketing Board έλαβε 3,15 εκατομμύρια ευρώ από εισφορές των παραγωγών οίνου, 2,5 εκατομμύρια ευρώ από τοπικούς αλλά μη οινικούς φορείς και 1,5 εκατομμύριο ευρώ από την κυβέρνηση.

Η πρόοδος της εμπορίας των αυστρι κών κρασιών σε όλο τον κόσμο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις προτάσεις της Bacchus Study 2004, αλλά και στον τρόπο που αυτές: υλοποιήθηκαν.

Θετική η εικόνα και της χώρας
Αν και τα κρασιά της Αυστρίας δεν είχαν στο παρελθόν υψηλό προφίλ, η Αυστρία σαν χώρα εξάγει κουλτούρα και ποιότητα. Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που οι άνθρωποι του κρασιού κατάφεραν να προσδέσουν το προϊόν τους στο μεγαλείο άλλων πραγμάτων που προσφέρει αυτός ο τόπος. Αξίζει να σημειωθεί πως η ιδέα λειτουργεί και αμφίδρομα -ό,τι αντιπροσωπεύει την Αυστρία στο εξωτερικό με αξιώσεις, προβάλλει αυτόματα και την οινοπαραγωγή. Για παράδειγμα, η πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Βιένης είναι ένα σημαντικό τηλεοπτικό γεγονός με εκατομμύρια θεατές. Στη διάρκεια του διαλείμματος πάντα υπάρχει ιδιαίτερη μνεία στα κρασιά της χώρας σε ένα εξαιρετικά επιλεγμένο κοινό. Από την άλλη, σημαντικά οινικά γεγονότα, όπως ο Διεθνής Διαγωνισμός Οινοχόων το 1998, το συμπόσιο των Master of Wine το 2002 και η συνεδρία του OIV, διοργανώνονται τακτικά στην Αυστρία και η κουλτούρα, τα ανάκτορα, μουσικές και φυσικά, τα κρασιά της χώρας κερδίζουν τις εντυπώσεις με τον καλύτερο τρόπο.

Όλες οι παραπάνω προσπάθειες δε θα είχαν νόημα και, πάνω απ' όλα, μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, αν δεν υπήρχε ποιότητα πίσω από τα αυστριακά κρασιά. Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν περίπου δεκαπέντε οινοπαραγωγοί που βρίσκονται στην κορυφή της παγκόσμιας παραγωγής λευκών ξηρών και επιδορπίων κρασιών -πέρα από κάθε κριτική και αμφισβήτηση. Υπάρχουν πάνω από πενήντα που γίνονται ανάρπαστα και ‘έχουν τιμές ex cellar που υπερβαίνουν τα 40 Ευρώ δηλαδή με τιμές λιανικής εξωτερικού 80 με 100 ευρώ. Πριν από λίγους μήνες στο Λονδίνο ένα πάνελ από κορυφαίους δοκιμαστές δοκίμασε τυφλά, κρασιά από τη ποικιλία γκρούνερ βέλτλινερ ενάντια στα κορυφαία σαρντονέ του κόσμου. Από τα δέκα καλύτερα κρασιά της γευσιγνωσίας επτά ήταν αυστριακά, με έξι γκρούνερ Βέλττινερ και ένα σαρντονέ. Η Βουργουνδία έμεινε εκτός δεκάδας, ακόμη και αν δοκιμάστηκαν κρασιά. μύθοι, όπως το Chevalier-Μοηtraher του Domaine Leflaίve και το Montαher του Domaine de la Romanee Conti

Η ποιότητα επετεύχθη με αφετηρία το αμπέλι και όχι το κελάρι. Το μέσο Αυστριακό οινοποιείο διαθέτει μέτρια τεχνολογία πολύ πιο κάτω από το αντίστοιχο Ελληνικό Μεγάλο ποσοστό λευκών κρασιών οινοποιούνται σε μεγάλα, παλιά βαρέλια και χωρίς έλεγχο θερμοκρασίας που μπορεί να είναι πρόβλημα, ακόμη και στο ψυχρό κλίμα Αυστρίας. Οι Αυστριακοί παραγωγοί όμως είναι πιο πολύ αμπελουργοί παρά οινολόγοι. Υπήρξε μεγάλος σεβασμός στις γηγενείς ποικιλίες, στις χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις, στον ορισμό και στους τρόπους επίτευξης της βέλτιστης ωριμότητας του σταφυλιού και στα γέρικα κλήματα

Δόθηκε μεγάλη προσοχή ώστε κάθε κομμάτι γης να εκφραστεί μέσα από τη σωστή ποικιλία με τον καλύτερο τρόπο. Όλα αυτά κατέληξαν σε κρασιά με χαρακτήρα, τελείως διαφορετικό από καθετί που παράγεται στην Ευρώπη.

Οι Αυστριακοί οινοπαραγωγοί αντιμετώπισαν αρκετά προβλήματα και σε ορισμένες πε-ριπτώσεις, εχθρική αντιμετώπηση στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν ένα ευνοϊκό κλίμα εξαγωγών. Επενδύσεις χαμηλών τόνων αλλά ουσίας, βοηθούμενες από τη συνοχή και την εστιασμένη προσπάθεια όλου του κλάδου, δημιούργησαν μια παρουσία σε παγκόσμιο επίπεδο με χειροπιαστό ποιοτικό πλεονέκτημα, βάθος πλάτος, συνέπεια και διάρκεια.

Σήμερα η αυστριακή οινοπαργωγή κρατά το μέλλον στα χέρια της.

Κυριακή 23 Μαρτίου 2008




ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ

Επιστροφή μετά την πτώση

Δημοκρατία της Νοτίου Αφρικής είναι μια ξεχωριστή περίπτωση μεταξύ των αφρικανικών κρατών, αλλά και όλων αυτών που παράγουν κρασί, σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Η χώρα αυτή πάντα είχε μια πολύ έντονη εικόνα προς το εξωτερικό, κυρίως στην Ευρώπη, που την επηρέαζε σημαντικά, άλλες φορές θετικά, ενώ άλλες αρνητικά. Από «Γη της Επαγγελίας» το 18ο αιώνα έφτασε στο ναδίρ των έκδηλων φυλετικών διακρίσεων για να φτάσει ξανά, στις αρχές του 21ου αιώνα> να γίνει το «Κράτος του Ουράνιου Τόξου» του Νέλσον Μαντέλα. Ο οινοπαραγωγικός κλάδος ακολούθησε στενά αυτές τις πολιτικές αλλαγές και σήμερα έχει αδράξει πλήρως τις ευκαιρίες που του έχουν δοθεί.
Οι πρώτοι Ευρωπαίοι εμφανίσθηκαν στη περιοχή το 1643 και χρειάσθηκαν μόνο ενια χρόνια για να γίνει η πρώτη παραγωγή κρασιού. Οι Ολλανδοί άποικοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διάδοση της αμπέλου, χρησιμοποιώντας κυρίως γαλλικές ποικιλίες.
Το 1685 ιδρύθηκε το Κτήμα Constantia πολύ κοντά στο Κέιπ Τάουν, αλλά το πραγματικά
σημαντικό γεγονός συνέβη το 1778, όταν Hendrik Cloete αγόρασε το Constantia και αφιερώ-θηκε, με γνώση και επιμονή, στη παραγωγή γλυκών κρασιών, λευκών και ερυθρών, με τα πρώτα να είναι με διαφορά πιο ακριβά..
Τα κρασιά του κτήματος της Constantia έπαιξαν ένα οημαντικό ρόλο στη δημιουργία μιας καλής εικόνας των κρασιών τής Νοτίου Αφρικής - μέσα σε λίγα χρόνια, τα Constarι έφταναν σε πολύ υψηλές τιμές στην αγορά της Αγγλίας, τιμές που μόνο τα γλυκά Tokai της Ουγγαρίας και τα γερμανικά ρίσλιν μπορούσαν να ξεπεράσονν.

Αποδεκατισμός rων αμπελώνων

Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα δεν ήταν το ίδιο επιτυχημένο για τις εξαγωγές της Νοτίου Αφρικής. Το πρώτο χτύπημα ήρθε το 1861, όταν επετράπη η χωρίς φόρους εισα­γωγή των γαλλικών κρασιών στην Αγγλία. Η πτώση των πωλήσεων δεν έγινε άμεσα αισθη­τή στους Νοτιοαφρικάνους και μάλιστα τα πρώτα χρόνια μια μεγάλη μερίδα κατανα­λωτών έμεινε σταθερή στις προτιμήσεις της. Αυτό ήταν δυστύχημα για τους παραγωγούς. Το 1886 τα εδάφη της χώρας γνώρισαν τη φυλλοξήρα και μέσα σε ελάχιστες εσοδείες οι αμπελώνες αποδεκατίσθηκαν. Η αντίδραση των αμπελουργών ήταν άμεση και μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα είχαν καλυφθεί οι χαμέ­νες εκτάσεις και πολύ παραπάνω. Όμως, δεν είχε γίνει αντιληπτό ότι η αγορά ήταν πια πολύ διαφορετική. "Ετσι, δημιουργήθηκαν τεράστια πλεονάσματα οίνου και μηδενική σχεδόν ζήτηση.
Η κατάσταση σύντομα έφτασε σε υψηλά επίπεδα δυσφορίας και η μόνη εύκολη λύση ήταν να αναλάβει το κράτος ρόλο ρυθμιστή.
Από τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώ­να μέχρι και την προτελευταία, υπήρξε μια μαύρη περίοδος για τη Δημοκρατία της Νοτίουυ Αφρικής, με το Απαρτχάιντ στο απόγειό του να καταπατά κάθε έννοια ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να καταστρέφει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Χωρίς εξαγω­γικές αγορές, τα μπράντυ και τα ενισχυμένα κρασιά, που αποτελούσαν το 95°/ο της παραγ­ωγής του κλάδου, είχαν μείνει εγκλωβισμέν­α μέσα σε μια πολύ στενή τοπική αγορά.ακόμη και αν υπήρχαν ελάχιστα ποιοτικά προϊόντα, τότε αυτά χάνονταν μέσα σε μια θάλασσα μετριότητας, αλλά και είχαν το στίγμ­α του ρατσισμού πάνω τους.

Δεκαετία των αλαγών

Η δεκαετία του 1990 έφερε κοσμογονι­κές αλλαγές.Η απελευθέρωση του Μαντέ­λα ήταν ένα γεγονός ορόσημο, αν και οι εντάσεις και οι αλλαγές πολιτικής είχαν αρχίσει να γίνονται εμφανείς καιρό πριν και για αρκε­τά χρόνια μετά. Μικρές ομάδες του έγχρωμ­ου πληθυσμού άρχισαν να έχουν ευκαιρίες για κοινωνική και οικονομική ανέλιξη, ενώ σήμερα υπάρχουν ακόμη και έγχρωμοι ιδιοκτ­ήτες μεγάλων τραπεζών. Η φράση-κλειδί ήταν και είναι το «Black Economic Empowerment» (ΒΕΕ) - δηλαδή όχι απλώς πολιτική ίσων ευκαιριών, αλλά η οργανωμ­ένη προσπάθεια να ενδυναμωθούν τα αδύναμα, άρα έγχρωμα, κοινωνικά στρώματα. Για ολλούς, φυσικά λευκούς, Νοτιοαφρικάνους, αυτό οδήγησε σε ένα ανεστραμμένο Απαρ­χάιντ - ότι στις σημερινές καταστάσεις, πας λευκός χωρίς οικονομική δυνατότητα έχει λιγότερες δυνατότητες από έναν αντί­στοιχο έγχρωμο.
Το 1992 ο KWV χαλάρωσε τον ασφυκτι­κό έλεγχο που είχε πάνω στην εγχώρια παρα­γωγή κρασιού και η άμεση συνέπεια ήταν η εμφάνιση μικρών και καλής ποιότητας παραγ­ωγών. Η εικόνα της χώρας είχε αρχίσει να γίνεται κατά πολύ καλύτερη. Την ίδια περίο­δο, η αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου είχε ανακαλύψει τη γοητεία των κρασιών του Νέου κόσμου, αλλά η Αυστραλία και η Νέα Ζηλαν­ία είχαν ακόμη πολύ ακριβές μέσες τιμές.

Κumala : Η μαγική λέξη

Το 2003 οι συνολικές εξαγωγές έφτασαν τα 240 εκατ. λίτρα, +30% από το 2002. Σε αντιπαράθεση, οι εξαγωγές το 1995, που ήταν χρονιά των μεγάλων πολιτικών αλλαγών, έφθαναν τα 76 εκατ. λίτρα, ενώ το 1991, μέσα στην Απαρτχάιντ εποχή, ήταν στα 27 εκατ. λίτρα. Η πρώτη εξαγωγική αγορά εξακολουθ­εί να είναι η Βρετανία, όπου έχει μερίδιο οινικής (off-trade) αγοράς 10,2% κατ' όγκο και 10,1 °/ο κατ' αξία. Ο βασικός λόγος πίσω από αυτά τα μερίδια είναι το Kumala, της εταιρείας Western Wines, που πουλά 2,5 εκατ. κιβώτια το χρόνο, ένας όγκος που το
κατατάσσει μέσα στα δέκα πιο δημοφιλή εμπορικά σήματα. Το Kumala δημιουργήθη­κε με μια συνταγή που δεν ήταν καθόλου και­νούργια, αλλά συχνά δημοφιλής: οινοποίη­ση που δίνει έμφαση στο ώριμο φρούτο, τις μαλακές τανίνες, την απαλή αίσθηση του στόματος, το μέτριο προς γεμάτο σώμα, τις σχετικά χαμηλές οξύτητες, τα σχετικά υψη­λά επίπεδα CO2 στα λευκά και την καλή, αλλά όχι διακριτική παρουσία του βαρελιού. Σημαντικό στοιχείο ήταν η μοντέρνα συσκευ­ασία, με παραστάσεις και σύμβολα που υπο­δηλώνουν εξωτικές προελεύσεις. Φυσικά, όλα τα παραπάνω υποστηρίχθηκαν με μεγά­λη διαφημιστική καμπάνια σε όλα τα επίπε­δα, από περιοδικά μεγάλης κυκλοφορίας έως και τηλεοπτικά σποτ. Οι εξαγωγές στη Σουηδία ανέβηκαν κατά 131 °/ο. Στην Ολλανδία, για ευνόητους λόγους, η Νότιος Αφρική κατέχει τη δεύτερη θέση σε εισαγωγές, μετά τη Γαλλία.
Αν και οι εξαγωγές φαίνονται προς το παρόν να πηγαίνουν καλά, η εσωτερική αγο­ρά δείχνει να πηγαίνει λιγότερο καλά.
Η προσέλκυση οινοφίλων για τουρισμό είναι ίσως το λιγότερο σημαντικό κομμάτι της επιτυχίας της Νοτίου Αφρικής. Το ζωτικό πολιτικό σημείο ήταν ότι το κρασί μπήκε μέσα στην π εμπειρία επίσκεψης» κάθε τουρίστα που πατούσε το πόδι του στη ΔΝΑ - να μπει σε κάποιο κελάρι, να δοκιμάσει και να αγορά­σει, επιτόπου ή όταν επιστρέψει στη χώρα του, κάποιο νοτιοαφρικανικό κρασί. Κάθε οινοποιείο δημιουργεί δίπλα του ένα ξενο­δοχείο, ένα γήπεδο γκολφ ή έστω λίγα ενοι­κιαζόμενα δωμάτια και ένα εστιατόριο. Αντί­στροφα, σχεδόν κάθε ξενοδοχείο θέλει να παρουοιάσει κάποια καλά κρασιά με το όνο­μά του, που δεν είναι φασόν, αλλά πραγμα­τικά δικής του παραγωγής. Αυτή η κατά­σταση φυσικά ευνοείται από τις ιδιαίτερες συνθήκες που υπάρχουν στη χώρα, καθώς η μεγάλη εγκληματικότητα στις μεγάλες πόλεις ωθεί τους τουρίστες να μένουν κλεισμένοι σε ξενοδοχεία-Θέρετρα ή έστω να κυκλοφο­ρούν με αυτοκίνητο σε ελεγχόμενες περιο­χές έξω από τα αστικά κέντρα.

Μεγάλη η επιτυχία στην Ευρώπη


Το στυλ των κρασιών της ΔΝΑ Βοήθη­σαν στο νπ γνωρίπουν μεγάλη επιτυχία σε ευρωπαϊκές αγορές. Το κλίμα της χώρας είναι ουσιαστικά μεσογειακό, με ήπιους χειμώνες,
και ζεστά καλοκαίρια και το μεγαλύτε­ρο μέρος της βροχόπτωσης να πέφτει εκτός της περιόδου ανάπτυξης του αμπελιού. Σε χαρακτήρα, τα κρασιά μπορούσαν συνεπώς να παίξουν και τελικά έπαιξαν αρκετά καλά το χαρτί του Νέου Κόσμου, αλλά όχι ολο­κληρωτικά - δεν υπήρχαν αρχικά οι οικο­νομικοί πόροι για την έντονη παρουσία δρυός ή τις πολύ <καθαρές» και μη οξειδωτικές οινοποιητιχές τακτικές που υπάρχουν στην Αυστραλίη ή τη Νέα Ζηλανδία. Κάτι που εντυπωσιάζει όποιον επισκεφθεί ακόμη και τους κορυφαίους παραγωγούς της χώρας είναι' η σκληρή δουλειά στο αμπέλι, αλλά και η απουσία της αίσθησης τελειότητας, κυρίως στο οινοποιείο, που υπάρχει στους αντίστοιχους παραγωγούς σε άλλες χώρες, όπως στην Ελλάδα ,lσπανία ή στην Αυστραλία. Αυτή η διαφορετικότητα του στυλ, παντρε­μένη με ουσιαστική ποιότητα, εξελίχθηκε προς όφελος των κρασιών της χώρας - για πολλούς ειδικούς, η προσωπικότητα των νοτιοαφρικανικών κρασιών στέκεται μεταξύ Νέου και Παλαιού Κόσμου. "Εχουν την έντα­ση και τη δύναμη του Νοτίου Ημισφαιρίου, που τα έκανε εύκολα στην προσέγγιση από νέους καταναλωτές, αλλά και τη φινέτσα της Ευρώπης, που έδινε πολλές λύσεις σε θέμα­τα φιλικότητας προς το φαγητό, άρα και θέματα παρουσίας σε εστιατόρια. Επίσης, σε επίπεδο εξαγωγικό, η έμφαση δόθηκε στα ερυθρά κρασιά, ωφελούμενη από τη ροπή της αγοράς προς αυτά τη δεκαετία του 1990. Φυσικά, άλλος ένας παράγοντας ζωτικής σημασίας ήταν το πώς αντέδρασαν οι οινο­παραγωγοί της ΔΝΑ στη ζήτηση συγκεκρι­μένων ποικιλιών από την αγορά. Ο κύριος φορέας πίσω από το WIB είναι το South African Wίne & Brandy Company, ο οποίος Θα βοηθηθεί από πέντε ξεχωριστές ομάδες εργασίας. Αυτές θα είναι σχετικές με την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, τη διαχείριση και εκπαίδευση ανθρωπίνων πόρων, τη μεταφορά και δημιουργία τεχνολογίας, την ανάπτυξη αγορών και προώθηση των κρασιών της ΔΝΑ. Η βιομηχανία οίνου της ΔΝΑ δείχνει με πολλούς τρόπους πως ξέρει να παίρνει τα ηνία των εξελίξεων και όχι να ακολουθεί. Ταγός των προωθητικών κινήσεων είναι ο εξαγωγικός οργανισμός Wines of South Afica - WOSA. Στις αρχές του 2005, μόλις δημο­σιεύθηκε η έρευνα του International Wine & Spirits Record - κατά παραγγελία των διορ­γανωτών της Vinexpo, η οποία δήλωνε πως η αγορά των ΗΠΑ θα γίνει η υπ' αριθμόν 1 αγορά του πλανήτη, με πωλήσεις κρασιών στα 24 δισ. δολάρια μέχρι το 2008, ο WOSA κατάλαβε αμέσως ότι πρέπει να ρίξει το βάρος του και εκεί. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, ο πρόεδρος του πολύ σημα­ντικού Society of Wine Educators, ανακοί­νωσε ότι θα δουλέψει με το WOSA-US για να δημιουργήσει κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό για την προώθηση των κρασιών της ΔΝΑ σε όλη τη Βόρεια Αμερική. Οι προ­σπάθειες όμως συνεχίζονται και στη Βρετα­νία. Εκεί, το 2005, θα δοθούν για την προώ­θηση των κρασιών της χώρας περίπου 750.000€, ένα ποσό όχι υπερβολικό.